Η εκμάθηση της αγγλικής γλώσσας είναι ο «βασιλιάς» των εξωσχολικών δραστηριοτήτων των παιδιών μας. Οι απόψεις ως προς την προτεραιότητα εκμάθησης ενός μουσικού οργάνου ή ενός αθλήματος μπορεί να διίστανται, αλλά οι περισσότεροι γονείς φαίνεται να συμφωνούν ότι τα παιδιά χρειάζεται να έρθουν σε επαφή σχετικά νωρίς με τα Αγγλικά προκειμένου να είναι καλά εφοδιασμένα για τον σύγχρονο τρόπο ζωής.
Πόσο νωρίς είναι όμως το «νωρίς»;
Ένα ερώτημα που απασχολεί όμως όλους τους γονείς είναι αν υπάρχει κατάλληλη ηλικία για να ξεκινήσει να μαθαίνει το παιδί τους Αγγλικά. Αν και όλο και περισσότερες έρευνες αποδεικνύουν την αποτελεσματικότητα της έναρξης εκμάθησης των Αγγλικών από την προσχολική κιόλας ηλικία (αλλά και την πρώτη και δεύτερη τάξη του δημοτικού), αρκετοί γονείς εκφράζουν επιφυλάξεις μήπως «φορτώσουν» τα παιδιά τους με πληροφορίες που δεν είναι σε θέση να απορροφήσουν και προσθέσουν άγχος στο παιδί που προσπαθεί να κατακτήσει σε πρώτη φάση την μητρική του γλώσσα. Η μεγαλύτερη ανησυχία τους είναι μήπως το παιδί μπερδέψει τελικά τις δύο γλώσσες, αντιμετωπίσει μαθησιακές δυσκολίες και τελικά πιεστεί σε τέτοιο βαθμό που αντιπαθήσει τα Αγγλικά ή μείνει πίσω στην εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας.
Τους ίδιους προβληματισμούς θυμάμαι ότι είχα κι εγώ. Η μεγάλη μου κόρη ξεκίνησε τελικά Αγγλικά στην Τρίτη δημοτικού ενώ η μικρή στην Πρώτη. Τώρα πλέον καταλήγω ότι «the sooner the better» αλλά καθώς το κάθε παιδί είναι μοναδικό και ο τρόπος διδασκαλίας της ξένης γλώσσας είναι εντελώς διαφορετικός ανάλογα με τον τρόπο που γίνεται, δεν μπορώ να δώσω μία «μαγική συμβουλή» για το ποια είναι η κατάλληλη ηλικία για να ξεκινήσει ένα παιδί. Θα πρέπει να το κάνει ο κάθε γονέας από μόνος του ανάλογα με τις συνθήκες που μόνο εκείνος γνωρίζει.
Εκείνο όμως που μπορώ να κάνω είναι να παραθέσω τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των δύο διαφορετικών απόψεων, προκειμένου να σας βοηθήσω να καταλήξετε στη δική σας εμπεριστατωμένη απόφαση.
Η «σχολή» εκείνων που πιστεύουν ότι είναι ίσως καλύτερο να ξεκινά η εκμάθηση των αγγλικών στην Τρίτη δημοτικού, στηρίζεται στα ακόλουθα επιχειρήματα:
- Οι μαθητές φτάνουν σε μικρότερο χρονικό διάστημα στο ίδιο επίπεδο γνώσεων με εκείνους που ξεκίνησαν νωρίτερα. Μαθαίνουν γρηγορότερα, λόγω των αυξημένων γνωστικών τους ικανοτήτων.
- Τα παιδιά έχουν να βασίσουν τις γνώσεις τους για τα Αγγλικά πάνω στις γνώσεις που έχουν ήδη αποκτήσει για τα Ελληνικά. Έχουν ένα «μπουσούλα» πάνω στον οποίο χτίζουν: τη μητρική τους γλώσσα.
- Είναι σε θέση πια να μάθουν τους κανόνες της γλώσσας: το ένστικτο αντικαθίσταται από τις γνώσεις για τη δομή και την οργάνωση του γλωσσικού οικοσυστήματος.
- Είναι ώριμα να εκφράσουν και να επικοινωνήσουν τις σκέψεις τους και στην Αγγλική καθώς έχουν ήδη μάθει να τις εκφράζουν και στην Ελληνική.
- Τα παιδιά κατανοούν και με τη λογική τους τη χρησιμότητα εκμάθησης της Αγγλικής καθώς νιώθουν την ανάγκη να κατανοήσουν το πλήθος ερεθισμάτων που δέχονται στην Αγγλική (internet, ταινίες, εκπομπές, τραγούδια, επιγραφές).
Επαναλαμβάνω και πάλι ότι κάθε παιδί είναι ξεχωριστό, έχει τους δικούς του ρυθμούς μάθησης, το δικό του βαθμό ωριμότητας, τα δικά του επίπεδα περιέργειας όσον αφορά την εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας.
Πλεονεκτήματα εκμάθησης Αγγλικών από την προσχολική ηλικία (και τις 2 πρώτες τάξεις του Δημοτικού)
- Η μάθηση αποκτιέται κυρίως μέσα από το παιχνίδι. Τα Αγγλικά σε αυτές τις ηλικίες έχουν περισσότερο τον χαρακτήρα της δημιουργικής απασχόλησης και περιλαμβάνουν τραγούδια, ζωγραφιές, χειροτεχνίες, κατασκευές, εικόνες, δραματοποίηση ιστοριών, σκετς και άφθονο οπτικοακουστικό υλικό- το παιδί μαθαίνει χωρίς να αισθάνεται πίεση και την αυστηρή δομή του «μαθήματος».
- Η μάθηση αξιοποιεί την έμφυτη περιέργεια των παιδιών για καινούριες γνώσεις αλλά και την εξαιρετική αφομοιωτική τους ικανότητα και ευελιξία στη διαχείριση της γνώσης.
- Η διαδικασία της μάθησης λειτουργεί «φυσικά» και διαισθητικά, στα πρότυπα που έχει αναπτύξει το παιδί να κατανοεί και να αναπτύσσει και τη μητρική του γλώσσα χωρίς το φίλτρο της ανάλυσης και της σύνθεσης που αποκτά στη συνέχεια όταν αποκτά επίγνωση των μηχανισμών της γλώσσας.
- Τα παιδιά αποκτούν μια αυθεντική προφορά, καθώς η τάση τους για μίμηση και επανάληψη, που είναι τόσο ισχυρή σε αυτές τις ηλικίες, τους καθοδηγεί να αποδίδουν τις λέξεις όσο πιο πιστά γίνεται στο πρωτότυπο – συχνά να μας διορθώνουν κιόλας. Επίσης, σε αυτές τις ηλικίες δεν υπάρχει το συναίσθημα της ντροπής που κάνει τα μεγαλύτερα παιδιά να «προσαρμόζουν» την αγγλική προφορά πιο κοντά στα ελληνικά φωνητικά πρότυπα.
- Στη μάθηση συμμετέχουν όλες οι αισθήσεις μέσα από το πλήθος των δραστηριοτήτων που προσφέρονται με αποτέλεσμα η γνώση που κατακτιέται να είναι βιωματική και πολυαισθητηριακή, άρα να γίνεται σιγά-σιγά μέρος της προσωπικότητας των παιδιών, οργανική και άμεση – όχι σαν κάτι πρόσθετο και ξένο.
- Η προφορικότητα των μαθημάτων οδηγεί στην απόκτηση ενός πλούσιου λεξιλογίου – με σωστή προφορά, όπως είπαμε – και καθώς οι πιο σύνθετες διαδικασίες της γραφής και της ανάγνωσης δεν εξασκούνται, το παιδί εστιάζει περισσότερο στην ομιλία και στην κατανόηση της γλώσσας και έτσι βρίσκεται πιο κοντά στην ουσία της.
- Τα παιδιά ζουν από νωρίς την κοινωνικοποίηση και την οργάνωση μιας τάξης που όμως έχει χαρακτήρα εξερεύνησης και πειραματισμού. Μυούνται σε έναν τρόπο σκέψης και δράσης που θα συναντήσουν αργότερα και στις τάξεις του δημοτικού και θα αισθάνονται έτοιμοι να παρακολουθήσουν.
- Εξάλλου, η αίσθηση της μάθησης και της απόκτησης γνώσης χτίζει την αυτοπεποίθηση των παιδιών, διευρύνει τους ορίζοντές τους και δίνει τροφή στο πάθος για τη γνώση και την ανακάλυψη γενικά.
- Η εξοικείωση με την ξένη γλώσσα αλλά και τον πολιτισμό που αυτή η γλώσσα μεταφέρει, δημιουργεί μια θετική στάση προς την εκμάθηση ξένων γλωσσών γενικότερα καθώς απαλλάσσει τα παιδιά από τον φόβο του «αγνώστου» και «απρόσιτου».
- Η παράλληλη εκμάθηση της μητρικής και της αγγλικής γλώσσας (πρώτη δημοτικού) συμβάλλει στη σύγκριση των δύο γλωσσών, στη μεταφορά «στρατηγικών» από τη μία γλώσσα στην άλλη, στην καλύτερη κατανόηση της μητρικής γλώσσας και προωθεί τη γενικότερη γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού. Έρευνες έχουν αποδείξει ότι δεν τίθεται θέμα «μπερδέματος» των δύο γλωσσών καθώς οι πληροφορίες τους αποθηκεύονται σε διαφορετικά τμήματα του εγκεφάλου και ανακαλούνται ξεχωριστά ανάλογα με τις ανάγκες.
Φαίνεται λοιπόν πολύ εύλογο να θέλουμε ως γονείς να αξιοποιήσουμε αυτή τη φυσική ροπή των μικρών παιδιών για τη μάθηση, τη χαρά για την ανακάλυψη νέων γνώσεων, αλλά και τη δημιουργικότητα και ευελιξία που έχει η σκέψη τους στην προσχολική ηλικία ώστε να αφομοιώσει πιο άμεσα μια ξένη γλώσσα.
Καθώς τα παιδιά ως μαθητές πλέον του Δημοτικού και Γυμνασίου, εμπλουτίζουν συνεχώς τις γνώσεις τους στα Αγγλικά και τις συνδέουν με κανόνες στη γραφή και ανάγνωση, η σειρά από εξετάσεις του Cambridge για νεαρούς μαθητές έρχεται να ενθαρρύνει την εκμάθηση των Αγγλικών και να προσφέρει στα παιδιά όλα τα εφόδια και τα ερεθίσματα για την εδραίωσή της ενώ παρέχει την πιο αξιόπιστη αντανάκλαση των γλωσσικών δεξιοτήτων τους.
Η άνεση με την οποία οι κόρες μου σερφάρουν πλέον στο internet, τραγουδάνε τα λόγια των αγαπημένων τους τραγουδιών, και γράφουν τις πρώτες τους εκθέσεις ή ακόμα και βιβλία σε τόσο μικρή ηλικία με εντυπωσιάζει! Ας είναι το ταξίδι της εξερεύνησης της ξένης γλώσσας μία μαγική περιπέτεια για όλα τα παιδιά. Θα είναι σίγουρα ένα από τα σημαντικότερα εφόδια της ζωής τους.
Ναταλι αναφέρει:
Πολυ κατατοπιστικό και το post και τα σχόλια. Ευχαριστούμε πολυ! Θα ήταν πολυ ενδιαφέρον να είχαμε και την άποψη σας σχετικά με το ποτε τα παιδιά να ξεκινήσουν δεύτερη γλώσσα και ποια.
Aspa αναφέρει:
Χαίρομαι που το post βοήθησε! Μακάρι να μπορούσα να δώσω απάντηση για το θέμα της ηλικίας της δεύτερης γλώσσας, αλλά υπάρχουν τόσες διαφορετικές παράμετροι που θα ήταν άστοχο. Θα πρέπει να το κάνει ο κάθε γονέας από μόνος του ανάλογα με τις συνθήκες που μόνο εκείνος γνωρίζει.
Ούτε για την επιλογή της γλώσσας θα μπορούσα να απαντήσω… Στη δική μας περίπτωση η πρώτη γλώσσα ήταν τα Αγγλικά και όταν ήρθε η στιγμή να επιλέξουν γλώσσα στο σχολείο, τις άφησα να επιλέξουν μόνες τους.
Είχα γράψει τότε σχετικά εδώ: https://www.aspaonline.gr/oh-mon-dieu-ta-gallika-den-exoun-elpida/
(Τελικά επέλεξαν Γαλλικά!)
Parentslandgr αναφέρει:
Καλημέρα και καλό μήνα. Πολύ χρησιμη ανάρτηση. Εδω και καιρό αναρωτιέμαι. Εμεις αντίθετα επιλέξαμε να τον ξεκινήσουμε του χρόνου στην τριτη δημοτικού. Ομως με το σκεπτικό οτι στο σχολείο του κανουν Αγγλικά από την πρώτη δημοτικού σαν παιχνίδι και ηδη γνωρίζει αρκετό λεξιλόγιο. Το λαθος για μένα δεν είναι ποτε θα ξεκινήσεις αλλά το πώς και με ποιόν. Αν θα έχει τη σωστή μέθοδο για την κάθε ηλικία και αν θα κάνει το παιδί να αγαπήσει την γλώσσα.
Aspa αναφέρει:
Κι εμένα η μεγάλη κόρη ξεκίνησε στην Τρίτη δημοτικού. Η μικρή τελικά στην Πρώτη.
Το πώς και με ποιον είναι πολύ σημαντικό, συμφωνώ!
Elenie Tsimponi αναφέρει:
Το βασικο πλεονεκτημα του ναξεκινησουν νωρις ειναι η κατακτηση καποιων φωνηματων που δεν υπαρχουν στη δικη μας γλωσσα! Η επαφη με την αυθεντικη προφορα μεσω native speakers μουσικης ταινιων κλπ ειναι ανεκτιμητη. Οι native speakers ομως σπανια αναλαμβανουν prejunior ταξεις… απο την αλλη το να πιεζεις ενα παιδι να κανει κατι που δεν θελει η δεν ειναι ετοιμο να κανει ειναι τραγικο. Και αργα να ξεκινησει καποιος δεν ερχεται το τελος του κοσμου
Aspa αναφέρει:
Να ένα ακόμα χρήσιμο tip για τους γονείς που προκύπτει από αυτά που έγραψες: Να προσπαθούν να φέρουν σε επαφή τα παιδιά με native speakers! Μακάρι να είναι ο άνθρωπος που θα τα διδάξει την ξένη γλώσσα native speaker, αλλά καμιά φορά δεν γίνεται. Μπορεί όμως να υπάρχουν γείτονες, συμμαθητές των παιδιών κλπ κλπ από ξένη χώρα. Τι ωραία ευκαιρία για τα παιδιά!
Επίσης κάποιοι φίλοι που αναζητούσαν παλαιότερα baby-sitter επέλεξαν Αγγλίδα για αυτόν ακριβώς το λόγο.
Thanks!
καλη αναφέρει:
Το προβλημα δυστυχως με τους νεητιβ ειναι οτι συνηθως δεν ειναι καταλληλα καταρτισμενοι και ενω τα παιδια αποκτουν σχετικα καλη προφορα δεν αποκτουν καμια βαση σε γραμματικη και συντακτικο και το οικοδομημα γκρεμιζεται. Παντα φυσικα μιλαω για τους νεητιβ χωρις πτυχιο διδασκαλιας. Εχω πολλα να σου πω. Αυριο απο τον σταθερο υπολογιστη γιατι απο ταμπλετ δεν μπορω.
Αρετή αναφέρει:
Οι native speakers που κάνουν Pre-Junior τάξεις (υπάρχουν κάποιοι, όχι πολλοί) δεν χρειάζεται να ξέρουν συντακτικό και γραμματική (ή μάλλον δεν χρειάζεται να μπορούν να το εξηγήσουν) αφού η διδασκαλία στις προπαρασκευαστικές τάξεις δεν περιλαμβάνει γραμματικούς κανόνες. Σε μεγαλύτερες τάξεις οι native speakers μπορούν να δουλέψουν συμπληρωματικά, προσφέροντας εξάσκηση στα προφορικά και στο listening. Οι native speakers είτε έχουν πτυχίο διδασκαλίας είτε όχι αποτελούν μια παρακινδυνευμένη επιλογή διδασκάλου για όλα τα επίπεδα στα οποία διδάσκεται γραμματική γιατί ακόμα κι αν μπορούν να διδάξουν αγγλική γραμματική δεν μπορούν να τη συσχετίσουν με την ελληνική γραμματική, κάτι που είναι απαραίτητο για την πλήρη κατανόησή της, Τα αποτελέσματα όμως όταν δουλεύουν μαζί με Έλληνες καθηγητές, μπορούν να είναι θεαματικά.
Μαρία Μ. αναφέρει:
Πλήρες το post, ευχαριστούμε Άσπα.
Εμείς θα αρχίσουμε το Σεπτέμβριο!
Aspa αναφέρει:
Καλή αρχή Μαρία! Θα τα λέμε!
C Iliopoulos αναφέρει:
ΜΑΘΕΤΕ ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΟΠΟΤΕ ΘΕΛΕΤΕ, ΑΦΗΣΤΕ ΤΟ ΠΤΥΧΙΟ ΓΙΑ ΑΡΓΟΤΕΡΑ
Μπράβο Άσπα, πολύ ενδιαφέρουσα ανάρτηση.
Θα ήθελα μόνο να επιστήσω την προσοχή μαθητών και γονέων στο θέμα των διπλωμάτων. Παλιότερα έπαιρνες ένα δίπλωμα π.χ. Proficiency και εξασφάλιζες δια βίου ένα πιστοποιητικό γλωσσομάθειας για όλον τον κόσμο. Σήμερα ακούω όλο και πιο συχνά ότι ιδρύματα του εξωτερικού, ζητούν από υποψήφιους τα διπλώματα ή τα πιστοποιητικά να μην είναι παλιότερα των δύο ετών. Έτσι πολλά παιδιά αναγκάζονται να ξαναδώσουν εξετάσεις (συχνά κατωτέρου επιπέδου του τίτλου που ήδη κατέχουν) σπαταλώντας χρόνο και χρήμα.
Πέρα από τους καθαρά πρακτικούς λόγους (εργασία, ενημέρωση, σπουδές) για μένα το πιο σημαντικό στην εκμάθηση μιας οποιασδήποτε ξένης γλώσσας, σε οποιαδήποτε ηλικία είναι το 9. Η επαφή με έναν άλλο πολιτισμό και η ευκαιρία του ετεροπροσδιορισμού. Η προσωπική μου δε εμπειρία (από τότε!) είναι ότι όσο κι αν τ’ αγαπώ τα γαλλικά, ως διαδικασία εκμάθησης ήταν πολύ λιγότερο ανοιχτά στον κόσμο εκτός Γαλλίας απ’ ότι τ’ αγγλικά.
Aspa αναφέρει:
Έχω κι εγώ διάφορες εμπειρίες από την εκμάθηση Γαλλικών σε σχέση με εκμάθηση Αγγλικών. Ωραίο θέμα για συζήτηση…
Η επαφή με άλλους πολιτισμούς είναι σπουδαίο “δώρο” για τα παιδιά και πόσο μάλλον όταν κατά καιρούς συνδυάζεται με ταξίδια στο εξωτερικό. Που για εμάς είναι χωρίς καμία αμφιβολία ο επόμενος στόχος!
Σοφία αναφέρει:
Τα Πανεπιστήμια ζητάνε συγκεκριμένα πτυχία (π.χ. IELTS) τα οποία δεν μπορείς να δώσεις στην ηλικία των 15-16 χρονών που δίνουν τα περισσότερα παιδιά Proficiency, ούτε και έχει νόημα να τα δώσεις τότε αφού δεν θα τα χρειαστείς πριν λήξουν. Οπότε η λύση είναι ή να μην δώσεις για Proficiency και να περιμένεις πότε και αν θα χρειαστείς κάποιο άλλο πιστοποιητικό για να κάνεις σπουδές στο εξωτερικό ή να δώσεις ώστε να έχεις ένα πιστοποιητικό γνώσεων “γενικής χρήσης” και αν χρειαστείς κάτι παραπάνω στο μέλλον, να το δώσεις τότε. Άλλωστε τα παιδιά τα στέλνουμε να δώσουν εξετάσεις όχι μόνο για το χαρτί αλλά και για το φορτσάρισμα – αλλιώς διαβάζουν τα παιδιά που βρίσκονται αντιμέτωπα με μια εξεταστική κι αλλιώς αυτά που απλά διαβάζουν.
Αυτό που πρέπει να προσέξουμε είναι ότι πλέον υπάρχουν πολλά “Lower” και πολλά “Proficiency” τα οποία αναγνωρίζονται μεν από τον ΑΣΕΠ ως ισότιμα, δεν είναι όμως πραγματικά ισότιμα, δεν έχουν την ίδια αξία στην αγορά εργασίας και δεν αναγνωρίζονται ακόμα και από ελληνικά ιδρύματα (π.χ. για μεταπτυχιακά). Εννοείται στο εξωτερικό δεν τα ξέρουν ούτε στις χώρες από τις οποίες προέρχονται. Κυρίως πρόκειται για πιστοποιητικά με πολύ χαμηλές βάσεις, που δίνουν στους γονείς και στο παιδί την ψευδαίσθηση ότι ξέρει αγγλικά – το πόσα ΔΕΝ ξέρει θα αποδειχθεί όταν χρειαστεί να τα χρησιμοποιήσει στο μέλλον.
Αυτό που ίσχυε παλιότερα, ότι με ένα Proficiency είχες ένα πιστοποιητικό γλωσσομάθειας που είχε αντίκρισμα σε όλο τον κόσμο, ισχύει ακόμα για το Proficiency του πανεπιστημίου Cambridge (CPE). Δυστυχώς αυτό είναι το Proficiency με το μεγαλύτερο βαθμό δυσκολίας και οι Έλληνες μαθητές σε μεγάλο βαθμό το αποφεύγουν για χάρη άλλων, πιο εύκολων πτυχίων.
Aspa αναφέρει:
Πολύ χρήσιμες οι πληροφορίες που μοιράζεσαι Σοφία σχετικά με τα πολλά “Lower” και “Proficiency”. Ευχαριστούμε!